Έσκαψα στις ρίζες του σκουριασμένου σου Δέντρου
με σπασμούς κράταγα το κουτάλι
και έσκαβα και τράβαγα απ'τα μαλλιά τη νύχτα
μέχρι που έπαθε ατύχημα το χώμα ,ο καρπός μου
ατύχημα, δυστύχημα τα φύλλα όλα πεσμένα, οι καρποί του
σαπίλα και έντομα...να λερώνουν τα παπούτσια μου
και έσκαβα ακόμα πιο ιδρωμένος πιο αλμυρός και από σένα
πιο αδύναμος και από τη θέλησή μου, έσκυψα και λύσσαγα
Τραύματα να ματώνουν και να ποτίζουν το οξειδωμένο σου φυτό
ήθελα να τσιρίξω και ρούφαγες τους φθόγγους μου
και πάλευα ακόμα σαν αγρίμι να σε διαλύσω, όχι να σε κόψω
να σε ξεριζώσω, πόναγες και μού δινες κουράγιο, πείσμα
στο πείσμα και οφθαλμός αντί οφθαλμού, τα μάτια θα σου βγάλω
μέχρι να παρακαλάς να σταματήσω
''σε παρακαλώ, σταμάτα''''παρακάλα με και συνεχίζω''Είμαι ήδη βαθιά και σε ακούω να αγκομαχάς,
αγκομαχάει και το κουτάλι,η μέση ,η ανοησία
και η παλάμη μου γερασμένη
ματωμένη, σκουριασμένη, γεμάτη χώμα και μούχλα
αλλά
ανίκητη
Πιο δυνατή από ποτέ γιατί σε απεχθάνεται
''Σ'αρέσει τώρα που σε βλέπω να καίγεσαι;''Πανάθεμά σε Κυριακή ,που φύτρωνες για να με ξεριζώσεις
ήρθε η σειρά σου και θα ναι πάλι Κυριακή...
και θα είναι η χειρότερη της ζωής σου όσο και η τελευταία
σε ρίχνω
1....
2....
3....
''
ΠΕΦΤΕΙ''
ούρλιαξατόσος πόνος γαμώτοκαι δεν τό θελαμα το άξιζεςκαι κλαίω πάνω από το ξερίζωμά σουτο δημιούργημά μουείναι ο θάνατός σουτο δημιούργημά σουο δικός μου
σε πρόλαβα κάθαρμα
τους καρπούς και τα έντομα στα χαρίζωκαι αν είναι πεταλούδες, θα τις πάρεις πατημένες