Δευτέρα, Ιουλίου 17

Γυρίζει στους δρόμους της. Άδειοι. Και η νύχτα της βαριά τόσο που οι ώμοι της λυγίζουν. Οι περαστικοί είναι πάντα οι ίδιοι, πάντα γνώριμοι. Λατρεύει να τους χαζεύει. Να υποθέτει τις ζωές τους. Η αγαπημένη της είναι η κυρία Σκύλου. Πάντα την ίδια ώρα, στην ίδια διαδρομή, αδύνατη με κανελί μαλλιά να βγάζει βόλτα το κανελί σκυλί της. Είναι αλήθεια. Μοιάζουν τόσο πολύ. Έτσι πίστευε μέχρι τη μέρα που το κανελλόσκυλο πέθανε και η κοκκάλω πήρε ένα άλλο...ξανθό...και έγινε και αυτή ξανθιά...και πάλι του έμοιαζε. Μα τα σκυλιά δεν έμοιαζαν καθόλου μεταξύ τους. Της άρεσε να φτιάχνει τραγούδια με ό,τι έβλεπε γραμμένο στις επιγραφές, στις ταμπέλες. Τα ένωνε με τόσο αστείο τρόπο και γελούσε μόνη της στα πεζοδρόμια.
''Καθαριστήρια Ιάκωβος και Stop στην Οδό Ναρκίσσου για ένα σουβλάκι στα Τρία Αδέλφια..''
Σημάδευε τις διαδρομές με τις επιγραφές neon, τις έλεγε σύμβολα για να μη χάνεται...αλλά πόσες να 'ταν και αυτές, διαρκώς χαμένη την έβρισκες. Εντελώς.

Σε ένα bar. Γλυκιά και ντροπαλή να κάθεται κοιτώντας τους γύρω της. Τώρα να φτιάχνει άλλες ιστορίες.
''Τι να σκέφτονται οι άλλοι για μένα''
Οι αντροπαρέες δεν την βόλευαν σε αυτό το παιχνίδι, της ήταν πολύ εύκολο να μπει στο μυαλό τους. Αλλά ο παππούς απέναντι...Αρχίζει να ξεχνάει για λίγο τους κανόνες της και σκέφτεται τη ζωή του. Στενοχωριέται.Τελειώνει. Όταν δεν της κάθεται το παιχνίδι πηγαίνει στη μπάρα...Μιλάει στην άγνωστη δίπλα της. Γελάνε για όλο το βράδυ. Μέχρι που τις πιάνουν τα κλάματα για όλα αυτά που έχασαν και δεν ξέρουν αν θα τα ξαναβρούν...inside everybody is hiding something...Τα πόδια της κρέμονται και η ανάσα της κόβεται σε μικρές, μικρές ανασούλες, ανήμπορες όπως και τα θέλω της και πρέπει να φύγει όσο πιο αθόρυβα γίνεται, ένοχη και ύπουλη πλέον, χωρίς ούτε ένα ''γεια'' στην σαραντάρα αποτυχημένη συγγραφέα που το όνομά της άρχιζε απο έψιλον...Ελίνα...Ελένη...Έλλη...Ε...φτασε

Στο σπίτι. Ούτε λόγια. Ούτε φώτα. Ούτε ιστορίες. Κρύο. Βάζει την αγαπημένη της γαλάζια ζακέτα. Της θυμίζει το Cafe de la Paix στην αγαπημένη της Boulevard des Capucines. Εκεί που πάντα έφτιαχνε τις πιο ωραίες ιστορίες. Έβλεπε τους πιο ωραίους περαστικούς πρωταγωνιστές της. Εκεί τον είχε δει....και του χε φτιάξει την ιστορία του. Και εκείνος χαμογέλασε. Η βρύση πάντα στάζει και την αφήνει για να νομίζει ότι γι' αυτό δεν κοιμάται τις νύχτες. Και ξαναβγήκαν. Τρύπες σε όλους τους τοίχους. Της αρέσει να καρφώνει. Και μετά τα βαριέται. Αφού ο χρόνος πάντα της ξεφεύγει. Και ερωτεύτηκαν. Σαν μικρά παιδιά που ανοίγουν τα καινούργια τους παιχνίδια, ήταν η μέρα που κάνανε έρωτα.Την ίδια μέρα. Και της χάρισε ένα παιδικό βιβλίο.Την άλλη μέρα. Το έχει ακόμα. Χαμένο κάπου που να ξέρει που να το βρει. Και να το αγαπήσει. Και του είπε την ιστορία του.

Και απόψε διαβάζει όλο το βιβλίο. Μέχρι να τη χτυπήσει η ημέρα.
''Η περιπέτεια της Περιπέτειας''.
Η βρύση φταίει που στάζει. Οι θόρυβοι της πόλης. Το σπίτι που διαστέλλεται και τρίζει.
Η ιστορία δύο παιδιών που φιλοξενούσαν την Περιπέτεια. Ένα πλάσμα που έφτιαχνε ιστορίες. Μαγικές και πολύχρωμες. Με αστέρια ροζ και γαλάζια να παίζουν κρυστάλλινη μουσική και δράκους να μεγαλώνουν μέσα σε γλάστρες. Και μια μέρα της ζήτησαν να τους πει τη δικιά της ιστορία. Τους την είπε και έκλαψε.
''Είναι ο νόμος που κανείς δεν μπορεί να τον αλλάξει. Όταν μια Ιστορία όπως εγώ διηγηθεί την ιστορία της την ίδια, η ελευθερία τελειώνει...'' και χάθηκε μια για πάντα
Όπως και εκείνος.
θα θυμάται εκείνο το φιλί στο πάρκο
θα θυμάται την ιστορία του
θα θυμάται τα δώρα που ανοίξανε μαζί

Δεν έπρεπε να του την είχε πει.






''Η περιπέτεια της Περιπέτειας'' είναι ένα υπέροχο παιδικό βιβλίο της Ελένης Μαντέλου

2 Comments:

Blogger Фе́ммe скатале said...

Δεν υπάρχει κανείς πιά να μου χαρίσει ένα παιδικό βιβλίο..:'(

2:07 μ.μ.  
Blogger welcome to never land said...

Τον νόμο τον ήξερε και παρόλαυτά αποφάσισε να πεί την ιστορία..άρα ήθελε να τελειώσει...Κάθε νόμος έχει και εξαιρέσεις που τον επιβεβαιώνουν...Δεν έπρεπε να χαθεί αμεσως...ίσως του άρεσε η ιστορία της...(μου χρωστάς μια ιστορία)

10:52 μ.μ.  

Δημοσίευση σχολίου

<< Home